Κατηγορούμενος στα γερμανικά
Μετάφραση: κατηγορούμενος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
beklagter, angeklagte, beklagte, angeklagter, beschuldigte, angeklagt, Angeklagte, beschuldigt, Angeklagten
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατηγορούμενος
ονειροκρίτης κατηγορούμενος, δις κατηγορούμενος, κατηγορούμενος συνωνυμο, κατηγορούμενος στα αγγλικά, κατηγορούμενος αγγλικα, κατηγορούμενος λεξικό γλώσσας γερμανικά, κατηγορούμενος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- κατηγορία στα γερμανικά - klage, anschreiben, anklagepunkt, füllen, beanstandung, beschwerde, berechnen, ...
- κατηγορηματικός στα γερμανικά - verständlich, explizit, ausdrücklich, selbstbewusst, bestimmt, durchsetzungsfähig, durchsetzungs, ...
- κατηγορώ στα γερμανικά - beschuldigen, anklagen, sagen, Schuld, Tadel, Schuldzuweisungen
- κατηφορίζω στα γερμανικά - hang, abhang, steigung, neigung, abwärts gehen, bergab, bergab gehen, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατηγορούμενος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: beklagter, angeklagte, beklagte, angeklagter, beschuldigte, angeklagt, Angeklagte, beschuldigt, Angeklagten
Μεταφράσεις: beklagter, angeklagte, beklagte, angeklagter, beschuldigte, angeklagt, Angeklagte, beschuldigt, Angeklagten