Κατηγορούμενος στα τούρκικα
Μετάφραση: κατηγορούμενος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sanık, suçladı, suçlanan, suçlanıyor, itham
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατηγορούμενος
ονειροκρίτης κατηγορούμενος, δις κατηγορούμενος, κατηγορούμενος συνωνυμο, κατηγορούμενος στα αγγλικά, κατηγορούμενος αγγλικα, κατηγορούμενος λεξικό γλώσσας τούρκικα, κατηγορούμενος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- κατηγορία στα τούρκικα - suçlama, yüklemek, şikayet, ücret, kategori, kategorisi, Kategorilere, ...
- κατηγορηματικός στα τούρκικα - iddialı, iddialı bir, iddial, iddalı, girişken
- κατηγορώ στα τούρκικα - suçlama, suçu, günah, suç, suçlamak
- κατηφορίζω στα τούρκικα - yokuş, tepetaklak düşmek, başaşağı gitmek, yokuş aşağı gitmek, yokuş aşağı gitmeye, yokuş aşağı
Τυχαίες λέξεις
Κατηγορούμενος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sanık, suçladı, suçlanan, suçlanıyor, itham
Μεταφράσεις: sanık, suçladı, suçlanan, suçlanıyor, itham