Μανεκέν στα λευκορωσικά

Μετάφραση: μανεκέν, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
манекен, манекены
Μανεκέν στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μανεκέν

μανεκέν ραπτικής, τάκης πλακιάς-μανεκέν, μανεκέν πις, μανεκέν βιτρίνας, μανεκέν λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μανεκέν στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • μανίκι στα λευκορωσικά - рукаў, рукав, рукаво
  • μανδύας στα λευκορωσικά - палiто, мантыя, вопратка, плашч
  • μανιακός στα λευκορωσικά - маньяк, маньяка
  • μανιασμένος στα λευκορωσικά - дзіка
Τυχαίες λέξεις
Μανεκέν στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: манекен, манекены