Μανεκέν στα σουηδικά
Μετάφραση: μανεκέν, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
modell, mannekäng, föredöme, utforma, mönster, skyltdocka, dockan, docka, dummy
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μανεκέν
μανεκέν ραπτικής, τάκης πλακιάς-μανεκέν, μανεκέν πις, μανεκέν βιτρίνας, μανεκέν λεξικό γλώσσας σουηδικά, μανεκέν στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- μανίκι στα σουηδικά - ärm, hylsa, hylsan
- μανδύας στα σουηδικά - mantel, kappa, manteln
- μανιακός στα σουηδικά - dåre, hospital, sinnessjuk, vansinnig, maniac, galning, galningen
- μανιασμένος στα σουηδικά - ilsken, häftig, rasande, våldsam, vild, ursinnig, vilt, ...
Τυχαίες λέξεις
Μανεκέν στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: modell, mannekäng, föredöme, utforma, mönster, skyltdocka, dockan, docka, dummy
Μεταφράσεις: modell, mannekäng, föredöme, utforma, mönster, skyltdocka, dockan, docka, dummy