Μανεκέν στα πολωνικά

Μετάφραση: μανεκέν, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
manekin, modelka, wzór, model, makieta, mannequin, manekina
Μανεκέν στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μανεκέν

μανεκέν ραπτικής, τάκης πλακιάς-μανεκέν, μανεκέν πις, μανεκέν βιτρίνας, μανεκέν λεξικό γλώσσας πολωνικά, μανεκέν στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • μανίκι στα πολωνικά - nasuwka, okładka, rękaw, tuleja, rękawem, tulei, rękawa
  • μανδύας στα πολωνικά - zasłonić, osłona, płaszcz, zasłaniać, okrycie, ukryć, okryć, ...
  • μανιακός στα πολωνικά - szaleniec, obłąkaniec, lunatyk, zwariowany, maniakalny, niepoczytalny, maniacki, ...
  • μανιασμένος στα πολωνικά - zagorzały, gwałtowny, dziki, zaciekły, srogi, wściekły, wściekle, ...
Τυχαίες λέξεις
Μανεκέν στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: manekin, modelka, wzór, model, makieta, mannequin, manekina