Παύση στα λευκορωσικά
Μετάφραση: παύση, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пускаць, паўза, пауза, перапынак
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παύση
παύση εκτοκισμού, παύση του αρχηγού αστυνομίας, παύση ποινικής δίωξης, παύση εργασιών ατομικής επιχείρησης, παύση εργασιών πτώχευσης, παύση λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, παύση στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- παχυσαρκία στα λευκορωσικά - атлусценне, атлусьценьне
- παχύσαρκος στα λευκορωσικά - тоўсты, гладкі, грузны, мажны, тлусты
- παύω στα λευκορωσικά - скончыць, спыненне, спыненьне, спынення
- πείθω στα λευκορωσικά - пераконваць, запэўніваць
Τυχαίες λέξεις
Παύση στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: пускаць, паўза, пауза, перапынак
Μεταφράσεις: пускаць, паўза, пауза, перапынак