Παύση στα ουγγρικά
Μετάφραση: παύση, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szünet, szünetet, pause, szüneteltetése, szüneteltetés
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παύση
παύση εκτοκισμού, παύση του αρχηγού αστυνομίας, παύση ποινικής δίωξης, παύση εργασιών ατομικής επιχείρησης, παύση εργασιών πτώχευσης, παύση λεξικό γλώσσας ουγγρικά, παύση στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- παχυσαρκία στα ουγγρικά - testesség, hájasság, elhízottság, elhízás, Az elhízás, elhízást, Obesity
- παχύσαρκος στα ουγγρικά - hájas, elhízott, túlsúlyos, kövér, elhízottak, az elhízott
- παύω στα ουγγρικά - megszűnik, már nem, megszüntetik, megszűnnek, megszűnését
- πείθω στα ουγγρικά - kibillenés, hintáztatás, ingás, hintázás, lóbálás, meggyőz, meggyőzni, ...
Τυχαίες λέξεις
Παύση στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: szünet, szünetet, pause, szüneteltetése, szüneteltetés
Μεταφράσεις: szünet, szünetet, pause, szüneteltetése, szüneteltetés