Αποδεκτός στα λιθουανικά
Μετάφραση: αποδεκτός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
priimtinas, priimtinu, priimtina, priimtini
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποδεκτός
αποδεκτός αγγλικα, αποδεκτός συνώνυμο, αποδεκτός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αποδεκτός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αποδεικνύω στα λιθουανικά - tikrinti, įrodyti, įrodo, pasirodyti
- αποδεκατίζω στα λιθουανικά - dešimtinę, Decimēt, Atsižvelgti dešimtinę, Bausmė kas dešimtas, Dziesiątkować
- αποδεσμεύω στα λιθουανικά - Atleidžiami, Nuimti pančiai
- αποδημία στα λιθουανικά - migracija, migracijos, migraciją, perėjimo, išsiskyrimo
Τυχαίες λέξεις
Αποδεκτός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: priimtinas, priimtinu, priimtina, priimtini
Μεταφράσεις: priimtinas, priimtinu, priimtina, priimtini