Αποδεκτός στα ουγγρικά
Μετάφραση: αποδεκτός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
alkalmazható, felfogadható, beválasztható, elfogadható, elfogadhatónak, fogadható, fogadható el
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποδεκτός
αποδεκτός αγγλικα, αποδεκτός συνώνυμο, αποδεκτός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αποδεκτός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- αποδεικνύω στα ουγγρικά - bizonyítják, bizonyítani, bizonyítania, bizonyulhat
- αποδεκατίζω στα ουγγρικά - tizedel, megtizedel, megtizedelésére, decimálásra, megtizedelhet
- αποδεσμεύω στα ουγγρικά - bilincseitől megfoszt
- αποδημία στα ουγγρικά - elköltözés, kivándorlás, vándorlás, elvándorlás, migráció, migrációs, a migráció, ...
Τυχαίες λέξεις
Αποδεκτός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: alkalmazható, felfogadható, beválasztható, elfogadható, elfogadhatónak, fogadható, fogadható el
Μεταφράσεις: alkalmazható, felfogadható, beválasztható, elfogadható, elfogadhatónak, fogadható, fogadható el