Εμμένω στα λιθουανικά
Μετάφραση: εμμένω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lazda, Stick, klijuoti, lazdas, laikytis
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμμένω
εμμένω λεξικό, εμμένω κλιση, εμμένω ορισμός, εμμένω επιθετο, εμμένω αρχικοι χρονοι, εμμένω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εμμένω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εμβόλιο στα λιθουανικά - vakcina, vakcinos, vakciną, vakcinų
- εμείς στα λιθουανικά - mes, mums, mūsų, turime
- εμμονή στα λιθουανικά - atkaklumas, atkaklumo, atkaklumą, ištvermės, ištvermingumas
- εμπάθεια στα λιθουανικά - neapykanta, neapykantą, neapykantos, už neapykantą
Τυχαίες λέξεις
Εμμένω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: lazda, Stick, klijuoti, lazdas, laikytis
Μεταφράσεις: lazda, Stick, klijuoti, lazdas, laikytis