Εμμένω στα φινλανδικά

Μετάφραση: εμμένω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
odottaa, pysyä, pitäytyä, noudattaa, tarttua, viipyä, sietää, kannattaa, keppi, tikku, stick, keppiä
Εμμένω στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμμένω

εμμένω λεξικό, εμμένω κλιση, εμμένω ορισμός, εμμένω επιθετο, εμμένω αρχικοι χρονοι, εμμένω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, εμμένω στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • εμβόλιο στα φινλανδικά - rokote, rokotus, rokotteen, rokotetta, rokotteella, rokotteiden
  • εμείς στα φινλανδικά - me, meillä, meidän, olemme, emme
  • εμμονή στα φινλανδικά - pysyvyys, sinnikkyys, kestävyys, itsepintaisuus, jatkuminen, sitkeys, jatkuvuus, ...
  • εμπάθεια στα φινλανδικά - rakkaus, intohimo, kiihko, lempi, viha, vihaa, vihaan, ...
Τυχαίες λέξεις
Εμμένω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: odottaa, pysyä, pitäytyä, noudattaa, tarttua, viipyä, sietää, kannattaa, keppi, tikku, stick, keppiä