Εμμένω στα ουγγρικά

Μετάφραση: εμμένω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
bot, Stick, bottal, botot, kibír
Εμμένω στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμμένω

εμμένω λεξικό, εμμένω κλιση, εμμένω ορισμός, εμμένω επιθετο, εμμένω αρχικοι χρονοι, εμμένω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εμμένω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • εμβόλιο στα ουγγρικά - vakcina, vakcinát, oltóanyag, vakcinával, vakcinában
  • εμείς στα ουγγρικά - mi, azt, vagyunk, is, meg
  • εμμονή στα ουγγρικά - szívósság, kitartás, kitartást, a kitartás, kitartással, állhatatosság
  • εμπάθεια στα ουγγρικά - düh, passzió, indulat, passió, gyűlölet, gyűlöletet, gyűlöletre, ...
Τυχαίες λέξεις
Εμμένω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: bot, Stick, bottal, botot, kibír