Εμμένω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: εμμένω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
стап, стик, стапче, стапот, Stick
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμμένω
εμμένω λεξικό, εμμένω κλιση, εμμένω ορισμός, εμμένω επιθετο, εμμένω αρχικοι χρονοι, εμμένω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, εμμένω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- εμβόλιο στα σλαβομακεδονικά - вакцината, вакцина, вакцина против, вакцини, вакцината против
- εμείς στα σλαβομακεδονικά - ние, се, ние се, што, можеме
- εμμονή στα σλαβομακεδονικά - упорност, истрајност, истрајноста, упорноста, издржливост
- εμπάθεια στα σλαβομακεδονικά - страста, омраза, омразата, на омраза, омраза кон
Τυχαίες λέξεις
Εμμένω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: стап, стик, стапче, стапот, Stick
Μεταφράσεις: стап, стик, стапче, стапот, Stick