Εμμένω στα ρουμανικά
Μετάφραση: εμμένω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
băț, stick de, bastonul, baston
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμμένω
εμμένω λεξικό, εμμένω κλιση, εμμένω ορισμός, εμμένω επιθετο, εμμένω αρχικοι χρονοι, εμμένω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, εμμένω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- εμβόλιο στα ρουμανικά - vaccin, vaccinului, de vaccin, vaccinul, vaccinuri
- εμείς στα ρουμανικά - noi, am, ne, vom, avem
- εμμονή στα ρουμανικά - tenacitate, adeziune, perseverență, perseverenta, perseverența, perseverenței, stăruința
- εμπάθεια στα ρουμανικά - animozitate, ură, ura, urii, la ură, de ură
Τυχαίες λέξεις
Εμμένω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: băț, stick de, bastonul, baston
Μεταφράσεις: băț, stick de, bastonul, baston