Εντυπωσιάζω στα λιθουανικά

Μετάφραση: εντυπωσιάζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
spausdinti, įteigti, įspūdį, nustebinti, įtikinti, įspūdžio
Εντυπωσιάζω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εντυπωσιάζω

εντυπωσιάζω συνωνυμα, εντυπωσιάζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εντυπωσιάζω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • εντοπίζω στα λιθουανικά - vieta, dėmė, įsikurti, rasti, surasti, suraskite, raskite
  • εντρυφώ στα λιθουανικά - tarpti, Wybujać, Rozkoszować, Kupli augti
  • εντυπωσιακός στα λιθουανικά - įspūdingas, įspūdinga, įspūdingi, įspūdingai, įspūdingą
  • εντός στα λιθουανικά - per, viduje, pagal, kaip
Τυχαίες λέξεις
Εντυπωσιάζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: spausdinti, įteigti, įspūdį, nustebinti, įtikinti, įspūdžio