Εντυπωσιάζω στα νορβηγικά
Μετάφραση: εντυπωσιάζω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
imponere, imponerer, å imponere, inntrykk
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εντυπωσιάζω
εντυπωσιάζω συνωνυμα, εντυπωσιάζω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, εντυπωσιάζω στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- εντοπίζω στα νορβηγικά - sted, flekk, lokalisere, plass, klatt, isere, finne, ...
- εντρυφώ στα νορβηγικά - glede, fråts, luksusen, luxuriate, luksus, nyt
- εντυπωσιακός στα νορβηγικά - imponerende
- εντός στα νορβηγικά - innvendig, innen, innenfor, i, løpet, i løpet
Τυχαίες λέξεις
Εντυπωσιάζω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: imponere, imponerer, å imponere, inntrykk
Μεταφράσεις: imponere, imponerer, å imponere, inntrykk