Εντυπωσιάζω στα σουηδικά
Μετάφραση: εντυπωσιάζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
imponera, imponera på, imponerar, väsen av, något väsen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εντυπωσιάζω
εντυπωσιάζω συνωνυμα, εντυπωσιάζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, εντυπωσιάζω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- εντοπίζω στα σουηδικά - plats, ställe, fläck, lokalisera, hitta, leta, hittar, ...
- εντρυφώ στα σουηδικά - fröjd, glädje, frodas, luxuriate, snötäckta, unna, lyxen
- εντυπωσιακός στα σουηδικά - imponerande, övertygade, som övertygade
- εντός στα σουηδικά - inne, inuti, inom, i
Τυχαίες λέξεις
Εντυπωσιάζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: imponera, imponera på, imponerar, väsen av, något väsen
Μεταφράσεις: imponera, imponera på, imponerar, väsen av, något väsen