Εντυπωσιάζω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: εντυπωσιάζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
отпечатък, впечатление, впечатли, впечатлите, впечатлят, впечатлява
Εντυπωσιάζω στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εντυπωσιάζω

εντυπωσιάζω συνωνυμα, εντυπωσιάζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εντυπωσιάζω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • εντοπίζω στα βουλγαρικά - намерете, локализира, намерите, намери, откриете
  • εντρυφώ στα βουλγαρικά - възторг, живея в охолство, наслаждавам се, насладите, се насладите, наслаждавам
  • εντυπωσιακός στα βουλγαρικά - внушителен, внушителните, впечатляващ, впечатляваща, впечатляващо
  • εντός στα βουλγαρικά - в, рамките, в рамките, рамките на, в рамките на
Τυχαίες λέξεις
Εντυπωσιάζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: отпечатък, впечатление, впечатли, впечатлите, впечатлят, впечатлява