Επίπτωση στα λιθουανικά

Μετάφραση: επίπτωση, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
padarinys, rezultatas, poveikis, pasekmė, dažnumas, paplitimas, dažnis, atvejų, sergamumas
Επίπτωση στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επίπτωση

επίπτωση στα αγγλικά, επίπτωση επιπολασμός ορισμός, επίπτωση ασθένειας, επίπτωση νόσου, επίπτωση επιπολασμός, επίπτωση λεξικό γλώσσας λιθουανικά, επίπτωση στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • επίπλωση στα λιθουανικά - apstatymas, įrengimai, baldai, furnishings, būsto apstatymo reikmenys
  • επίπονος στα λιθουανικά - sunkus, daug pastangų, daug darbo, daug pastangų reikalaujantis darbas, varginantis
  • επίρρημα στα λιθουανικά - prieveiksmis, Vertimai, prieveiksmio, Adverb, Daiktavardis
  • επίσημα στα λιθουανικά - oficialiai
Τυχαίες λέξεις
Επίπτωση στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: padarinys, rezultatas, poveikis, pasekmė, dažnumas, paplitimas, dažnis, atvejų, sergamumas