Επίπτωση στα τούρκικα
Μετάφραση: επίπτωση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sonuç, etki, çözüm, eriyik, oran, insidansı, sıklığı, insidans, oranı
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίπτωση
επίπτωση στα αγγλικά, επίπτωση επιπολασμός ορισμός, επίπτωση ασθένειας, επίπτωση νόσου, επίπτωση επιπολασμός, επίπτωση λεξικό γλώσσας τούρκικα, επίπτωση στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- επίπλωση στα τούρκικα - mobilya, dayalı döşeli, mobilyalar, eşyalar, döşeli
- επίπονος στα τούρκικα - zahmetli, zahmetli bir, yorucu, zahmetlidir, çalışkan
- επίρρημα στα τούρκικα - zarf, Adverb, belirteç, + adverb
- επίσημα στα τούρκικα - resmen, resmi, resmi olarak
Τυχαίες λέξεις
Επίπτωση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sonuç, etki, çözüm, eriyik, oran, insidansı, sıklığı, insidans, oranı
Μεταφράσεις: sonuç, etki, çözüm, eriyik, oran, insidansı, sıklığı, insidans, oranı