Επίπτωση στα ρουμανικά
Μετάφραση: επίπτωση, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
consecinţă, rezultat, incidență, incidenta, incidența, incidenței, incidentei
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίπτωση
επίπτωση στα αγγλικά, επίπτωση επιπολασμός ορισμός, επίπτωση ασθένειας, επίπτωση νόσου, επίπτωση επιπολασμός, επίπτωση λεξικό γλώσσας ρουμανικά, επίπτωση στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- επίπλωση στα ρουμανικά - mobilier, mobilier de, mobilier din, decorațiuni
- επίπονος στα ρουμανικά - laborios, laborioasă, laborioase, laborioasa, greu
- επίρρημα στα ρουμανικά - adverb, adverbul, adverbului
- επίσημα στα ρουμανικά - oficial, mod oficial, în mod oficial, oficială
Τυχαίες λέξεις
Επίπτωση στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: consecinţă, rezultat, incidență, incidenta, incidența, incidenței, incidentei
Μεταφράσεις: consecinţă, rezultat, incidență, incidenta, incidența, incidenței, incidentei