Ηλικία στα λιθουανικά
Μετάφραση: ηλικία, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
amžius, amžiaus, amžių, Metai, Age
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ηλικία
ηλικία ανδρέα μικρούτσικου, ηλικία ασλανίδου, ηλικία γλυκερίας, ηλικία σκύλου, ηλικία κωστόπουλος, ηλικία λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ηλικία στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ηλεκτρονικός στα λιθουανικά - elektroninis, elektroninių, elektroninės, elektroninė, elektroninio
- ηλιακός στα λιθουανικά - saulės, Solar, saulės energijos, saulės energija, saul
- ηλικίας στα λιθουανικά - pagyvenęs, senas, amžius, amžiaus, amžių, Metai, Age
- ηλικιωμένος στα λιθουανικά - senas, pagyvenęs, senyvi žmonės, pagyvenusio amžiaus, senyvas, pagyvenusių žmonių
Τυχαίες λέξεις
Ηλικία στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: amžius, amžiaus, amžių, Metai, Age
Μεταφράσεις: amžius, amžiaus, amžių, Metai, Age