Ηλικία στα τούρκικα
Μετάφραση: ηλικία, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çağ, devir, yaşlanmak, yaş, Yaşı, Age, Çağı, yaşa
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ηλικία
ηλικία ανδρέα μικρούτσικου, ηλικία ασλανίδου, ηλικία γλυκερίας, ηλικία σκύλου, ηλικία κωστόπουλος, ηλικία λεξικό γλώσσας τούρκικα, ηλικία στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ηλεκτρονικός στα τούρκικα - elektronik, Electronic, Elektron, bir elektronik
- ηλιακός στα τούρκικα - güneş, solar, güneş enerjisi, güneş enerjili
- ηλικίας στα τούρκικα - yaş, Yaşı, Age, Çağı, yaşa
- ηλικιωμένος στα τούρκικα - yaşlı, yaşlılar, yaşlılarda, yaşlıların, yaşlı bir
Τυχαίες λέξεις
Ηλικία στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: çağ, devir, yaşlanmak, yaş, Yaşı, Age, Çağı, yaşa
Μεταφράσεις: çağ, devir, yaşlanmak, yaş, Yaşı, Age, Çağı, yaşa