Στενόχωρος στα λιθουανικά

Μετάφραση: στενόχωρος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nemalonus, nepatogu, nepatogiai, nejaukiai, nemalonūs
Στενόχωρος στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στενόχωρος

στενόχωρος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, στενόχωρος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • στενάζω στα λιθουανικά - dejuoti, aimana, vaitoti, bėdojimas, bėdoti
  • στενός στα λιθουανικά - siauras, įtemptas, arti, artimas, netoli, Uždaryti, Close
  • στερέωση στα λιθουανικά - remontas, fiksavimas, fiksavimo, Patenkinimas burna, fiksacijos, įrašas
  • στερεοτυπία στα λιθουανικά - stereotipas, stereotipo, stereotipą, stereotipų
Τυχαίες λέξεις
Στενόχωρος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: nemalonus, nepatogu, nepatogiai, nejaukiai, nemalonūs