Στενόχωρος στα σλοβακικά
Μετάφραση: στενόχωρος, Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nepríjemný, nepríjemné
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στενόχωρος
στενόχωρος λεξικό γλώσσας σλοβακικά, στενόχωρος στα σλοβακικά
Μεταφράσεις
- στενάζω στα σλοβακικά - ston, stenať, stonanie, sténání, vzdychanie, stenanie, nárek
- στενός στα σλοβακικά - tesný, pevný, súkromný, zavrieť, zatvoriť, Zatvorte, zavřít
- στερέωση στα σλοβακικά - pripevnení, stanovení, pripevňovaní, fixácia, fixácie
- στερεοτυπία στα σλοβακικά - stereotyp, stereotypu
Τυχαίες λέξεις
Στενόχωρος στα σλοβακικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Μεταφράσεις: nepríjemný, nepríjemné
Μεταφράσεις: nepríjemný, nepríjemné