Δεσποτικός στα νορβηγικά

Μετάφραση: δεσποτικός, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
mesterlig, mester, mesterlige, masterful
Δεσποτικός στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δεσποτικός

δεσποτικός συνώνυμο, δεσποτικός σημασία, δεσποτικός θρόνος, δεσποτικός ορισμός, δεσποτικός λεξικό γλώσσας νορβηγικά, δεσποτικός στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • δεσμός στα νορβηγικά - anliggende, forretning, sak, ting, affære, obligasjon, bond, ...
  • δεσποινίς στα νορβηγικά - pike, frøken, jente, mademoiselle, til Mademoiselle, made- moiselle, Frøkenen
  • δεσπόζω στα νορβηγικά - dominere, overtop
  • δευτερεύων στα νορβηγικά - sekundær, sekundære, sekundært, videregående
Τυχαίες λέξεις
Δεσποτικός στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: mesterlig, mester, mesterlige, masterful