Επίκαιρος στα νορβηγικά
Μετάφραση: επίκαιρος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
beleilig, høvelig, aktuell, topisk, aktuelle, lokal, topikal
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίκαιρος
επίκαιρος translation, θουκυδίδης επίκαιρος, επίκαιρος συνώνυμα, επίκαιροσ μετάφραση, επίκαιρος συνώνυμο, επίκαιρος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, επίκαιρος στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- επίθεση στα νορβηγικά - angrep, angripe, angrepet, det samme angrepet
- επίθετο στα νορβηγικά - adjektiv, etternavn, adjektivet, substantiv
- επίκληση στα νορβηγικά - påkalling, påkallelse, bruken, anvendelsen, påkallelsen
- επίκριση στα νορβηγικά - kritikk, kritikken
Τυχαίες λέξεις
Επίκαιρος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: beleilig, høvelig, aktuell, topisk, aktuelle, lokal, topikal
Μεταφράσεις: beleilig, høvelig, aktuell, topisk, aktuelle, lokal, topikal