Επίκαιρος στα ουγγρικά
Μετάφραση: επίκαιρος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
helyi, aktuális, topikális, lokális, helyileg
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίκαιρος
επίκαιρος translation, θουκυδίδης επίκαιρος, επίκαιρος συνώνυμα, επίκαιροσ μετάφραση, επίκαιρος συνώνυμο, επίκαιρος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, επίκαιρος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- επίθεση στα ουγγρικά - roham, ostromlás, offenzíva, támadás, támadást, támadó, támadási, ...
- επίθετο στα ουγγρικά - melléknév, Adjective, jelző, jelzőt, melléknevet
- επίκληση στα ουγγρικά - megszólítás, könyörgés, hivatkozás, hívása, hívási, segítségül hívása
- επίκριση στα ουγγρικά - kritika, kritikát, kritikája, bírálat, a kritika
Τυχαίες λέξεις
Επίκαιρος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: helyi, aktuális, topikális, lokális, helyileg
Μεταφράσεις: helyi, aktuális, topikális, lokális, helyileg