Επίκαιρος στα τσεχικά
Μετάφραση: επίκαιρος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
včasný, vhodný, aktuální, lokální, topické, topická, lokálně
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίκαιρος
επίκαιρος translation, θουκυδίδης επίκαιρος, επίκαιρος συνώνυμα, επίκαιροσ μετάφραση, επίκαιρος συνώνυμο, επίκαιρος λεξικό γλώσσας τσεχικά, επίκαιρος στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- επίθεση στα τσεχικά - napadení, napadat, výpad, útočný, útok, vpadnout, přepadení, ...
- επίθετο στα τσεχικά - adjektivum, přezdívka, adjektivní, přídomek, přízvisko, přídavné jméno, adjective, ...
- επίκληση στα τσεχικά - vyzývání, vyvolávání, vyvolání, invokace, vzývání, zaříkávání, invocation
- επίκριση στα τσεχικά - posudek, kritika, kritičnost, věda, kritiku, kritiky, kritice
Τυχαίες λέξεις
Επίκαιρος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: včasný, vhodný, aktuální, lokální, topické, topická, lokálně
Μεταφράσεις: včasný, vhodný, aktuální, lokální, topické, topická, lokálně