Καρυκεύω στα νορβηγικά
Μετάφραση: καρυκεύω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
aroma, krydder, spice, krydderet, krydre
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καρυκεύω
καρυκεύω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, καρυκεύω στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- καρτέρι στα νορβηγικά - felle, fellen, trap, fange
- καρτερία στα νορβηγικά - tålmodighet, utholdenhet, utholdenhets, utholdenheten, til utholdenhets
- καρφί στα νορβηγικά - spikre, nagle, stutteri, spiker, negl, Nail, spikeren, ...
- καρφίτσα στα νορβηγικά - brosje, nål, stift, knappenål, bolt
Τυχαίες λέξεις
Καρυκεύω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: aroma, krydder, spice, krydderet, krydre
Μεταφράσεις: aroma, krydder, spice, krydderet, krydre