Στοχεύω στα νορβηγικά
Μετάφραση: στοχεύω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sikte, formål, skyteskive, mål, target, målet
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στοχεύω
στοχεύω συνώνυμο, στοχεύω αγγλικά, στοχεύω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, στοχεύω στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- στοχασμός στα νορβηγικά - betraktning, ettertanke, meditasjon, meditasjonen, meditasjons, meditasjoner
- στοχαστικός στα νορβηγικά - kontemplativ, kontemplative, Tanke, tankefull, kontemplativt
- στρέμμα στα νορβηγικά - acre, mål, hektar, mål store, hektar stor
- στρέψη στα νορβηγικά - torsjon, torsion, vridnings, Torsjonsstav, vridning
Τυχαίες λέξεις
Στοχεύω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: sikte, formål, skyteskive, mål, target, målet
Μεταφράσεις: sikte, formål, skyteskive, mål, target, målet