Στοχεύω στα ισπανικά

Μετάφραση: στοχεύω, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
fin, blanco, objeto, objetivo, meta, destino, desviado
Στοχεύω στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στοχεύω

στοχεύω συνώνυμο, στοχεύω αγγλικά, στοχεύω λεξικό γλώσσας ισπανικά, στοχεύω στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • στοχασμός στα ισπανικά - meditación, contemplación, la meditación, de meditación, meditación de, de la meditación
  • στοχαστικός στα ισπανικά - contemplativo, contemplativa, contemplación, contemplativos
  • στρέμμα στα ισπανικά - acre, acres, hectáreas, hectárea, acres de
  • στρέψη στα ισπανικά - torsión, de torsión, la torsión, torsión de, torsion
Τυχαίες λέξεις
Στοχεύω στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: fin, blanco, objeto, objetivo, meta, destino, desviado