Υπερόπτης στα νορβηγικά

Μετάφραση: υπερόπτης, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hoven, reservert, arrogant, arrogante
Υπερόπτης στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπερόπτης

υπερόπτης ετυμολογία, υπερόπτης συνωνυμα, υπερόπτης συνωνυμο, η υπερόπτης, υπερόπτης λεξικό γλώσσας νορβηγικά, υπερόπτης στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • υπερφορτώνω στα νορβηγικά - overbelastning, overbelastnings, overlast, over
  • υπερχείλιση στα νορβηγικά - overløp, flow, overflyt, flyt, overflow
  • υπερώα στα νορβηγικά - gane, ganen, smak
  • υπεύθυνος στα νορβηγικά - ansvarlig, ansvarsfull, ansvar, ansvaret, ansvarlige, er ansvarlig
Τυχαίες λέξεις
Υπερόπτης στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: hoven, reservert, arrogant, arrogante