Αστυφύλακας στα ουγγρικά
Μετάφραση: αστυφύλακας, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
rendőr, Constable, csendőr, rendõr
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αστυφύλακας
μυστικός αστυφύλακας, αστυφύλακας αυτοκτόνησε, αστυφύλακας μισθός, αστυφύλακας γιάννης βαρύς, αστυφύλακασ α υ, αστυφύλακας λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αστυφύλακας στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- αστυνομεύω στα ουγγρικά - laktanyarend, szobarend, körletrend, táborrend, rendfenntartás, rendészeti, Policing, ...
- αστυνόμος στα ουγγρικά - marsall, Marshal, tábornagy, marsallja, marsallnak
- αστός στα ουγγρικά - városlakó, polgárház, készült polgárház
- ασυδοσία στα ουγγρικά - mentesség, immunitás, mentelmi, mentességet, immunitást
Τυχαίες λέξεις
Αστυφύλακας στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: rendőr, Constable, csendőr, rendõr
Μεταφράσεις: rendőr, Constable, csendőr, rendõr