Αστυφύλακας στα πολωνικά
Μετάφραση: αστυφύλακας, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
milicjant, policjant, posterunkowy, konstabl, constable, konstabla
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αστυφύλακας
μυστικός αστυφύλακας, αστυφύλακας αυτοκτόνησε, αστυφύλακας μισθός, αστυφύλακας γιάννης βαρύς, αστυφύλακασ α υ, αστυφύλακας λεξικό γλώσσας πολωνικά, αστυφύλακας στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- αστυνομεύω στα πολωνικά - milicja, policjant, policja, patrolować, Policing, policji, działania policji, ...
- αστυνόμος στα πολωνικά - policjant, milicjant, marszałek, Marshal, Marszałkowski, marszałka, marszałkiem
- αστός στα πολωνικά - mieszczuch, mieszczanin, radca, Townsman, mieszczanina, ziomka, mieszczańskim
- ασυδοσία στα πολωνικά - odporność, immunitet, zabezpieczenie, nietykalność, odporności, immunitetu, odporność na
Τυχαίες λέξεις
Αστυφύλακας στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: milicjant, policjant, posterunkowy, konstabl, constable, konstabla
Μεταφράσεις: milicjant, policjant, posterunkowy, konstabl, constable, konstabla