Διαφοροποιώ στα ουγγρικά
Μετάφραση: διαφοροποιώ, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
különbséget, megkülönböztetni, különböztetni, megkülönböztetik, megkülönböztetésére
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαφοροποιώ
διαφοροποιώ συνώνυμο, διαφοροποιώ συνώνυμα, διαφοροποιώ στα αγγλικά, διαφοροποιώ λεξικό γλώσσας ουγγρικά, διαφοροποιώ στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- διαφορετικά στα ουγγρικά - eltérően, eltérő, másképp, másként, különböző
- διαφορετικός στα ουγγρικά - különböző, eltérő, más, különféle, a különböző
- διαφυγή στα ουγγρικά - tömítetlenség, súlyveszteség, elszivárgás, kicsurgás, kiszivárgás, áteresztés, menekülés, ...
- διαφωνία στα ουγγρικά - vitatkozás, vita, csereforgalom, okoskodás, csereüzlet, kicserélés, véleményeltérés, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαφοροποιώ στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: különbséget, megkülönböztetni, különböztetni, megkülönböztetik, megkülönböztetésére
Μεταφράσεις: különbséget, megkülönböztetni, különböztetni, megkülönböztetik, megkülönböztetésére