Δούλος στα ουγγρικά

Μετάφραση: δούλος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
rabszolga, szolga, Slave, a slave
Δούλος στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δούλος

δούλος σας, δούλοσ ετυμολογία, δούλος συνώνυμα, δούλος δουλεία, δούλος στα αγγλικά, δούλος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, δούλος στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • δουλεύω στα ουγγρικά - munka, munkát, munkáját, munkája, a munka
  • δοχείο στα ουγγρικά - kád, csáva, konténer, tartály, tartályt, tartályban, tartályba
  • δράκος στα ουγγρικά - sárkány, sárkányt, dragon, a sárkány
  • δράμα στα ουγγρικά - színdarab, dráma, Drama, drámát, a dráma, drámai
Τυχαίες λέξεις
Δούλος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: rabszolga, szolga, Slave, a slave