Δούλος στα ρουμανικά
Μετάφραση: δούλος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
sclav, rob, slave, sclavi, cu sclavi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δούλος
δούλος σας, δούλοσ ετυμολογία, δούλος συνώνυμα, δούλος δουλεία, δούλος στα αγγλικά, δούλος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, δούλος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- δουλεύω στα ρουμανικά - operă, lucru, lucra, muncă, de lucru, de muncă, locul de muncă
- δοχείο στα ρουμανικά - recipient, container, containere, containerul, ambalajului
- δράκος στα ρουμανικά - balaur, Dragon, balaurul, dragonul, Dragonului
- δράμα στα ρουμανικά - dramă, teatru, drama în, drame, dramei
Τυχαίες λέξεις
Δούλος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: sclav, rob, slave, sclavi, cu sclavi
Μεταφράσεις: sclav, rob, slave, sclavi, cu sclavi