Δούλος στα τσεχικά
Μετάφραση: δούλος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
otrok, otrokem, Slave, otroky, s otroky
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δούλος
δούλος σας, δούλοσ ετυμολογία, δούλος συνώνυμα, δούλος δουλεία, δούλος στα αγγλικά, δούλος λεξικό γλώσσας τσεχικά, δούλος στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- δουλεύω στα τσεχικά - práce, obrábět, způsobit, úloha, běžet, dílo, fungovat, ...
- δοχείο στα τσεχικά - káď, nádrž, vana, kontejner, nádoba, kontejneru, nádobu, ...
- δράκος στα τσεχικά - ještěr, drak, Dragon, drakem, Dračí, draka
- δράμα στα τσεχικά - drama, činohra, Činohra, dramatu, dramatizace
Τυχαίες λέξεις
Δούλος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: otrok, otrokem, Slave, otroky, s otroky
Μεταφράσεις: otrok, otrokem, Slave, otroky, s otroky