Δρασκελίζω στα ουγγρικά

Μετάφραση: δρασκελίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
terpesztávolság, lovaglóülés, terpeszállás, terpesszel, straddle, szélesterpeszű
Δρασκελίζω στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δρασκελίζω

δρασκελίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, δρασκελίζω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • δραπέτευση στα ουγγρικά - szöktetés, szökés, megszökés
  • δραπετεύω στα ουγγρικά - megszökés, megmenekülés, menekülés, menekülési, escape, menekülni, hogy tökéletes nyugalmat
  • δρασκελιά στα ουγγρικά - iram, lépked, lépés, léptekkel, stride, haladt előre
  • δραστήριος στα ουγγρικά - aktív, az aktív, hatóanyagot, aktívan, hatóanyag
Τυχαίες λέξεις
Δρασκελίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: terpesztávolság, lovaglóülés, terpeszállás, terpesszel, straddle, szélesterpeszű