Δρασκελίζω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: δρασκελίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
чекорот, пречекоруваат, заобиколуваат, за дотур, ја заобиколуваат, дотур
Δρασκελίζω στα σλαβομακεδονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δρασκελίζω

δρασκελίζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, δρασκελίζω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • δραπέτευση στα σλαβομακεδονικά - elopement
  • δραπετεύω στα σλαβομακεδονικά - бегство, избега, да избега, бегството, бегање
  • δρασκελιά στα σλαβομακεδονικά - јарда, чекорот, чекорат
  • δραστήριος στα σλαβομακεδονικά - активен, активни, активна, активно, активните
Τυχαίες λέξεις
Δρασκελίζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: чекорот, пречекоруваат, заобиколуваат, за дотур, ја заобиколуваат, дотур