Δρασκελίζω στα τσεχικά

Μετάφραση: δρασκελίζω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
krok, překročit, kráčet, rozkročit se, Kultivační, rozkročit se nad, rozkročit, Použité Kultivační
Δρασκελίζω στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δρασκελίζω

δρασκελίζω λεξικό γλώσσας τσεχικά, δρασκελίζω στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • δραπέτευση στα τσεχικά - únik, útěk, opuštění manžela
  • δραπετεύω στα τσεχικά - uniknout, otvor, utéct, unikání, útěk, únik, vytékat, ...
  • δρασκελιά στα τσεχικά - chůze, krok, rychlost, kráčet, chodit, kráčí, nakráčej, ...
  • δραστήριος στα τσεχικά - účinný, působivý, čilý, rázný, činný, aktivní, energický, ...
Τυχαίες λέξεις
Δρασκελίζω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: krok, překročit, kráčet, rozkročit se, Kultivační, rozkročit se nad, rozkročit, Použité Kultivační