Δρασκελίζω στα πολωνικά

Μετάφραση: δρασκελίζω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rozkrok, krocz, krok, kroczyć, przekraczać, łazić, iść, rozkraczyć się, stanąć rozkrakiem, usiąść rozkrakiem, straddle, bramowy
Δρασκελίζω στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δρασκελίζω

δρασκελίζω λεξικό γλώσσας πολωνικά, δρασκελίζω στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • δραπέτευση στα πολωνικά - ucieczka, elopement
  • δραπετεύω στα πολωνικά - uciec, uciekać, uchodzić, wyciek, wyrywać, uchować, uniknąć, ...
  • δρασκελιά στα πολωνικά - chód, tempo, krok, kroczyć, miara, stąpać, podium, ...
  • δραστήριος στα πολωνικά - czynny, dynamiczny, energetyczny, żywy, energiczny, sprężysty, aktywny, ...
Τυχαίες λέξεις
Δρασκελίζω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: rozkrok, krocz, krok, kroczyć, przekraczać, łazić, iść, rozkraczyć się, stanąć rozkrakiem, usiąść rozkrakiem, straddle, bramowy