Εύφλεκτος στα ουγγρικά
Μετάφραση: εύφλεκτος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
gyúlékony, tűzveszélyes, éghető, gyúlékonyak, a gyúlékony
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εύφλεκτος
εύφλεκτος μύκητας, εύφλεκτος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εύφλεκτος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- εύσχημος στα ουγγρικά - illedelmes, tetszetős, mutatós, megtévesztő, alávaló
- εύσωμος στα ουγγρικά - szilárd, termetes, méltóságteljes, pocakos, testes, kövér
- εύχομαι στα ουγγρικά - kívánság, kíván, szeretnék, kívánja, kívánnak
- εύχρηστος στα ουγγρικά - ügyes, praktikus, kéznél, a praktikus
Τυχαίες λέξεις
Εύφλεκτος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: gyúlékony, tűzveszélyes, éghető, gyúlékonyak, a gyúlékony
Μεταφράσεις: gyúlékony, tűzveszélyes, éghető, gyúlékonyak, a gyúlékony