Εύφλεκτος στα σουηδικά
Μετάφραση: εύφλεκτος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
brandfarlig, brandfarligt, brandfarliga, brännbart, brännbar
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εύφλεκτος
εύφλεκτος μύκητας, εύφλεκτος λεξικό γλώσσας σουηδικά, εύφλεκτος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- εύσχημος στα σουηδικά - trolig, ordentlig, antaglig, ärbar, sannolik, trovärdig, bestick, ...
- εύσωμος στα σουηδικά - korpulent, fetlagd, portly, ståtlig, bastant
- εύχομαι στα σουηδικά - önska, tillönskan, vilja, önskar, vill, önskar att
- εύχρηστος στα σουηδικά - händig, praktiskt, behändig, praktisk, hands
Τυχαίες λέξεις
Εύφλεκτος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: brandfarlig, brandfarligt, brandfarliga, brännbart, brännbar
Μεταφράσεις: brandfarlig, brandfarligt, brandfarliga, brännbart, brännbar