Ορθότητα στα ουγγρικά
Μετάφραση: ορθότητα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ajánlatosság, helyességét, korrektség, helyességéért, helyességének, helytállóságát
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορθότητα
ορθότητα αφμ, ορθότητα επιχειρήματος, ορθότητα επιχειρημάτων, ορθότητα μετρήσεων, ορθότητα και πιστότητα μιας διεργασίας, ορθότητα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ορθότητα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ορθοδοξία στα ουγγρικά - ortodoxia, ortodoxiát, ortodoxiával, ortodoxiáját, az ortodoxia
- ορθόδοξος στα ουγγρικά - ortodox, Orthodox, az ortodox, ortodoxok, görögkeleti
- ορθώνομαι στα ουγγρικά - fizetésemelés, béremelés, feltörés, felemelkedés, emelkedés, jó, a jó, ...
- ορθώνω στα ουγγρικά - jó, a jó, jó ár, jól, helyes
Τυχαίες λέξεις
Ορθότητα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: ajánlatosság, helyességét, korrektség, helyességéért, helyességének, helytállóságát
Μεταφράσεις: ajánlatosság, helyességét, korrektség, helyességéért, helyességének, helytállóságát