Ορθότητα στα τσεχικά
Μετάφραση: ορθότητα, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
poctivost, čestnost, vhodnost, spravedlnost, správnost, správnosti, korektnost, korektnosti, opodstatněnost
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορθότητα
ορθότητα αφμ, ορθότητα επιχειρήματος, ορθότητα επιχειρημάτων, ορθότητα μετρήσεων, ορθότητα και πιστότητα μιας διεργασίας, ορθότητα λεξικό γλώσσας τσεχικά, ορθότητα στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- ορθοδοξία στα τσεχικά - ortodoxie, pravoslaví, pravověrnost, Pravoslaví ve, Orthodoxy
- ορθόδοξος στα τσεχικά - ortodoxní, pravoslavný, pravověrný, pravoslavná, pravověrné
- ορθώνομαι στα τσεχικά - vznikat, zvedat, vystoupit, zdvihnout, zvýšit, návrší, vznik, ...
- ορθώνω στα τσεχικά - přímý, založit, napřímit, vzpřímit, kolmý, postavit, vztyčit, ...
Τυχαίες λέξεις
Ορθότητα στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: poctivost, čestnost, vhodnost, spravedlnost, správnost, správnosti, korektnost, korektnosti, opodstatněnost
Μεταφράσεις: poctivost, čestnost, vhodnost, spravedlnost, správnost, správnosti, korektnost, korektnosti, opodstatněnost