Ορθότητα στα σουηδικά
Μετάφραση: ορθότητα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
korrekthet, riktigheten, korrekta, riktighet, är korrekta
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορθότητα
ορθότητα αφμ, ορθότητα επιχειρήματος, ορθότητα επιχειρημάτων, ορθότητα μετρήσεων, ορθότητα και πιστότητα μιας διεργασίας, ορθότητα λεξικό γλώσσας σουηδικά, ορθότητα στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ορθοδοξία στα σουηδικά - ortodoxi, ortodoxin, orthodoxy, ortodoxa, renlärighet
- ορθόδοξος στα σουηδικά - ortodox, ortodoxa, ortodoxt, Orthodox, den ortodoxa
- ορθώνομαι στα σουηδικά - stiga, bra, god, goda, gott
- ορθώνω στα σουηδικά - bygga, uppföra, bra, god, goda, gott
Τυχαίες λέξεις
Ορθότητα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: korrekthet, riktigheten, korrekta, riktighet, är korrekta
Μεταφράσεις: korrekthet, riktigheten, korrekta, riktighet, är korrekta