Πλέκω στα ουγγρικά
Μετάφραση: πλέκω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szegély, horgolás, horgolt, hurkoló, horgolótű, a horgolt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλέκω
πλέκω με βελόνες, πλέκω κασκόλ, πλέκω σκούφο με βελόνες, πλέκω λουλούδια, πλέκω με βελονάκι, πλέκω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, πλέκω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- πλάτος στα ουγγρικά - amplitúdó, szélesség, szélessége, szélességét, szélességű, széles
- πλέγμα στα ουγγρικά - hálószem, áramhálózat, rögbipálya, rács, hálózat, hálózati, grid, ...
- πλένω στα ουγγρικά - mosakodás, szájvíz, kimeszelés, hullámverés, hajvíz, hajósodor, szemvíz, ...
- πλέον στα ουγγρικά - jobban, ezenfelül, többé, legtöbb, a legtöbb, leginkább, legnagyobb, ...
Τυχαίες λέξεις
Πλέκω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: szegély, horgolás, horgolt, hurkoló, horgolótű, a horgolt
Μεταφράσεις: szegély, horgolás, horgolt, hurkoló, horgolótű, a horgolt