Πλέκω στα τσεχικά
Μετάφραση: πλέκω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
splést, uplést, proplétat, plést, splétat, pletenec, cop, háčkování, crochet, háčkujeme, háčkované, háčkovaná
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλέκω
πλέκω με βελόνες, πλέκω κασκόλ, πλέκω σκούφο με βελόνες, πλέκω λουλούδια, πλέκω με βελονάκι, πλέκω λεξικό γλώσσας τσεχικά, πλέκω στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- πλάτος στα τσεχικά - velikost, rozkmit, bohatství, rozsah, amplituda, šířka, šíře, ...
- πλέγμα στα τσεχικά - rošt, mřížoví, síť, síťovina, spleť, mříž, síťoví, ...
- πλένω στα τσεχικά - vyprat, vymýt, prát, mýt, smýt, omývat, umýt, ...
- πλέον στα τσεχικά - většina, ještě, nejvíc, nejvíce, většinu, největší
Τυχαίες λέξεις
Πλέκω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: splést, uplést, proplétat, plést, splétat, pletenec, cop, háčkování, crochet, háčkujeme, háčkované, háčkovaná
Μεταφράσεις: splést, uplést, proplétat, plést, splétat, pletenec, cop, háčkování, crochet, háčkujeme, háčkované, háčkovaná